Oι συνεδριάσεις της Πρωτοβάθμιας και της Δευτεροβάθμιας Επιτροπής του Φορέα Ελέγχου Διαφήμισης πραγματοποιούνται διαδικτυακά. Στο πλαίσιο αυτό, το νόημα της λέξης «παρευρίσκομαι» στους σχετικούς Κανονισμούς, αφορά σε συμμετοχή στη διαδικτυακή συζήτηση.
α. Η Δευτεροβάθμια Επιτροπή είναι πενταμελής. Απαρτίζεται από:
i. τρία άτομα από τον χώρο της Επικοινωνίας (ένα διαφημιστή, ένα διαφημιζόμενο, ένα από τον χώρο των ΜΜΕ)
ii. δύο άτομα από τον ευρύτερο κοινωνικό χώρο, οι οποίοι θα κατέχουν τη θέση του Προέδρου και του Αντιπροέδρου.
β. Η Δευτεροβάθμια Επιτροπή συγκροτείται σε σώμα με πρωτοβουλία του Διοικητικού Συμβουλίου του «Φορέα Ελέγχου Διαφήμισης».
i. Για τα μέλη που προέρχονται από τον χώρο της επικοινωνίας, το Διοικητικό Συμβούλιο καταρτίζει κατάλογο μελών της Δευτεροβάθμιας Επιτροπής, αφού λάβει σχετικές προτάσεις από συλλογικούς φορείς του χώρου της επικοινωνίας και τυχόν άλλους ενδιαφερόμενους φορείς, εταιρείες ή/και άτομα. Τα μέλη καλούνται από τη Διεύθυνση του ΦΕΔ σε συνεδριάσεις της Επιτροπής ανάλογα με τη διαθεσιμότητά τους και τις ανάγκες έγκυρης σύνθεσης κάθε Δευτεροβάθμιας Επιτροπής.
ii. Ο Πρόεδρος και ο Αντιπρόεδρος προέρχονται από οποιονδήποτε τομέα της οικονομίας της χώρας και έχουν πανεπιστημιακή μόρφωση. Ο Αντιπρόεδρος αναπληρώνει τον Πρόεδρο όταν αυτός δεν μπορεί να παρευρεθεί.
iii. Η θητεία των μελών είναι διετής με δυνατότητα ανανέωσης.
γ. Η Δευτεροβάθμια Επιτροπή βρίσκεται σε απαρτία όταν είναι παρόντα τρία (3) τουλάχιστον μέλη της, ένα (1) εκ των οποίων πρέπει απαραιτήτως να είναι ο Πρόεδρος ή ο Αντιπρόεδρος.
O Διευθυντής του ΦΕΔ συμμετέχει στις εργασίες της επιτροπής, υποβάλλοντας διευκρινιστικές ερωτήσεις στους συμμετέχοντες και παρέχοντας συμβουλευτικές υπηρεσίες στην Επιτροπή. Δεν έχει όμως δικαίωμα ψήφου όσον αφορά στην απόφαση της τελευταίας.
δ. Η Δευτεροβάθμια Επιτροπή επιλαμβάνεται και κρίνει με βάση τον Κυπριακό Κώδικα Δεοντολογίας Επικοινωνίας:
i. Αιτήσεις επανελέγχου κατά αποφάσεων της Πρωτοβάθμιας Επιτροπής.
Αίτηση επανελέγχου στη Δευτεροβάθμια Επιτροπή γίνεται γραπτώς με αναφορά στην αρχική προσφυγή και τη σχετική απόφαση της Πρωτοβάθμιας Επιτροπής, εντός 15 εργάσιμων ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης της Πρωτοβάθμιας Επιτροπής προς τους εμπλεκόμενους.
Με δεδομένο ότι η άσκηση αίτησης επανελέγχου από τη Δευτεροβάθμια Επιτροπή δεν έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα όσον αφορά στην απόφαση της Πρωτοβάθμιας, η Δευτεροβάθμια Επιτροπή δεν θα επιλαμβάνεται αιτήσεων επανελέγχου εάν δεν έχει υπάρξει συμμόρφωση με την απόφαση της Πρωτοβάθμιας Επιτροπής από το μέρος που αιτείται τον επανέλεγχο.ii. Αιτήσεις προελέγχου και γνωμοδότησης, επί αδημοσίευτου ακόμη επικοινωνιακού υλικού, που υποβάλλονται σε αυτή σύμφωνα με προηγούμενη σχετική απόφασή της.
ε. Οι αποφάσεις της Επιτροπής λαμβάνονται κατά πλειοψηφία. Σε περίπτωση ισοψηφίας υπερισχύει η ψήφος του Πρόεδρου ή του Αντιπροέδρου, όταν ο τελευταίος αναπληρώνει τον Πρόεδρο.
α. Η ιδιότητα του μέλους της Δευτεροβάθμιας Επιτροπής είναι ασυμβίβαστη προς την ιδιότητα εκπροσώπου ενός των εμπλεκομένων ή με την ιδιότητα συνδεομένου συγγενικά (έως και β’ βαθμού) ή επαγγελματικά με έναν των εμπλεκομένων, κατά την κρίση της Δευτεροβάθμιας Επιτροπής. Διευκρινίζεται ότι η επαγγελματική/πελατειακή σχέση μεταξύ διαφημιζόμενων επιχειρήσεων και ΜΜΕ δεν συνιστά ασυμβίβαστο.
β. Μετά από γραπτή, επώνυμη αίτηση του αιτούντος τον επανέλεγχο ή του «αντιδίκου» του, μπορεί να ζητηθεί η εξαίρεση μέλους της Δευτεροβάθμιας Επιτροπής, για οποιονδήποτε από τους ως άνω (α) λόγους.
γ. Τεκμηριωμένη αίτηση εξαίρεσης μέλους της Δευτεροβάθμιας Επιτροπής υποβάλλεται εντός της επόμενης ημέρας από την κοινοποίηση της σύνθεσής της. Η Δευτεροβάθμια Επιτροπή αποφασίζει κατά πλειοψηφία δια περιφοράς και η περί εξαίρεσης απόφασή της κοινοποιείται προς τους εμπλεκόμενους, μαζί με την τυχόν νέα σύνθεσή της και με τον προσδιορισμό τυχόν νέας ημερομηνίας συνεδρίασης, αυθημερόν ή εντός της επόμενης μέρας από την υποβολή της αίτησης εξαίρεσης.
δ. Κατ’ εξαίρεση και χωρίς να επηρεάζεται η έγκυρη σύνθεση της Δευτεροβάθμιας Επιτροπής σύμφωνα με τον Κανονισμό 1(α), σε περιπτώσεις όπου η ιδιότητα μέλους της Δευτεροβάθμιας Επιτροπής, το οποίο εκπροσωπεί μια εκ των τριών κατηγοριών του χώρου της επικοινωνίας, είναι ασυμβίβαστη προς την ιδιότητα εκπροσώπου ενός εκ των εμπλεκομένων, κατά την κρίση του Διευθυντή του ΦΕΔ, δύναται το μέλος αυτό να εξαιρεθεί από τη Δευτεροβάθμια Επιτροπή υπό την προϋπόθεση ότι η Επιτροπή βρίσκεται σε απαρτία, ως προβλέπεται στον Κανονισμό 1(γ). Σε περίπτωση ορισμού νέας ημερομηνίας συνεδρίασης αυτή ορίζεται εντός τριών (3) εργάσιμων ημερών από την προηγούμενη ορισθείσα ημερομηνία συζήτησης.
ε. Μέλος της Δευτεροβάθμιας Επιτροπής δεν μπορεί να αποτελεί και μέλος της Πρωτοβάθμιας.
α. Δικαίωμα αίτησης επανελέγχου στη Δευτεροβάθμια Επιτροπή κατά των αποφάσεων της Πρωτοβάθμιας Επιτροπής, έχουν o αιτών τον έλεγχο ή/και ο ελεγχόμενος κατά τη διαδικασία ενώπιον της Πρωτοβάθμιας Επιτροπής από την οποία εκδόθηκε η επανελεγχόμενη απόφαση, και ο Διευθυντής του ΦΕΔ.
Αίτηση επανελέγχου δεν γίνεται δεκτή για υπόθεση, η οποία εκκρεμεί στα δικαστήρια της κυπριακής δημοκρατίας ή βρίσκεται σε διαδικασία διαιτησίας και αποτελεί υποχρέωση των εμπλεκομένων να προβούν σε σχετική δήλωση στη Δευτεροβάθμια Επιτροπή.
β. Ως καταναλωτής θεωρείται το μεμονωμένο φυσικό πρόσωπο το οποίο δεν ενεργεί στο πλαίσιο της επαγγελματικής του δραστηριότητας. Σε περίπτωση αίτησης επανελέγχου από καταναλωτή, τα στοιχεία του καταναλωτή παραμένουν εμπιστευτικά εκτός αν ο ίδιος συναινέσει στη γνωστοποίησή τους στον διαφημιζόμενο. Σε κάποιες περιπτώσεις, κατά την κρίση του Διευθυντή του ΦΕΔ, μπορεί να ζητηθεί από τον αιτούντα τον επανέλεγχο να βεβαιώσει γραπτώς ότι δεν έχει εμπορικό ή άλλο συμφέρον για την υποβολή του παραπόνου. Διευκρινίζεται ότι τυχόν επαγγελματική/πελατειακή σχέση μεταξύ του αιτούντος τον επανέλεγχο και επιχείρησης ανταγωνιστικής προς τον διαφημιζόμενο, συνιστά εμπορικό συμφέρον.
γ. Σε περίπτωση αίτησης επανελέγχου από επιχειρήσεις, συλλογικούς ή κρατικούς φορείς, ομάδες ή άλλους οργανισμούς, ο διαφημιζόμενος ενημερώνεται για την επιχείρηση/φορέα/οργανισμό που υπέβαλε την αίτηση επανελέγχου.
δ. Η αίτηση επανελέγχου διατυπώνεται γραπτώς από τον αιτούντα, αν αυτός είναι φυσικό πρόσωπο, ή από τον νόμιμο εκπρόσωπο ή ειδικά εξουσιοδοτημένο άτομο αν είναι νομικό πρόσωπο.
Η αίτηση επανελέγχου περιέχει τα στοιχεία του αιτούντος τον επανέλεγχο και του «αντιδίκου» του, περιγράφει αναλυτικά και συγκεκριμένα την υπό κρίση επικοινωνία και αναφέρει έναν προς ένα τους λόγους για τους οποίους ασκείται, με ειδική μνεία των άρθρων του Κώδικα Δεοντολογίας και αναφορά στην απόφαση της Πρωτοβάθμιας Επιτροπής και ειδικότερα στα σημεία της τα οποία προσβάλλονται.
Αίτηση επανελέγχου, η οποία δεν περιέχει τα πιο πάνω αναφερόμενα στοιχεία ή για την οποία δεν έχει καταβληθεί το προβλεπόμενο τέλος εξέτασης, δεν προωθείται για εξέταση από τη Δευτεροβάθμια Επιτροπή και ενημερώνεται ο αιτών τον επανέλεγχο για τη συμπλήρωση τυχόν ελλείψεων.
ε. Όταν μια αίτηση επανελέγχου κατατίθεται από νομικό πρόσωπο, το τελευταίο καταβάλλει το προβλεπόμενο τέλος εξέτασης. Τα μέλη του ΦΕΔ καθώς και οι εταιρείες μέλη των φορέων «Σύνδεσμος Διαφημιζομένων Κύπρου» και «Σύνδεσμος Διαφήμισης - Επικοινωνίας Κύπρου» δικαιούνται συγκεκριμένο αριθμό δωρεάν παραπόνων κάθε χρόνο με την ετήσια συνδρομή τους στον ΦΕΔ.
Τα τέλη εξέτασης διαμορφώνονται ως εξής:
Αιτών τον επανέλεγχο | Τέλος Εξέτασης |
Εταιρεία μέλος ΦΕΔ / ΣΔΚ / ΣΔΕΚ | € 400 |
Εταιρεία μη μέλος ΦΕΔ / ΣΔΚ / ΣΔΕΚ | € 1.200 |
Σε περίπτωση που περισσότερα από ένα νομικά πρόσωπα υποβάλουν αίτηση επανελέγχου για την ίδια επικοινωνία, το τέλος εξέτασης καταβάλλεται από κάθε ένα νομικό πρόσωπο.
Δεν υποχρεούνται στην καταβολή τέλους εξέτασης οι μεμονωμένοι καταναλωτές και οι συλλογικοί φορείς καταναλωτών.
Το ύψος των τελών εξέτασης των αιτήσεων επανελέγχου στη Δευτεροβάθμια Επιτροπή ορίζεται για κάθε οικονομικό έτος, με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΦΕΔ.
στ. Οι αιτήσεις επανελέγχου υποβάλλονται μέσω διαδικτύου στον ΦΕΔ, στο site του οποίου υπάρχει σχετική φόρμα υποβολής. Εναλλακτικά ταχυδρομούνται «επί συστάσει» ή με ειδικό ταχυδρομείο (courier). Την ευθύνη για την απόδειξη της παραλαβής της αίτησης επανελέγχου φέρει ο αιτών τον επανέλεγχο.
ζ. Ο Διευθυντής του ΦΕΔ έχει τη δυνατότητα να αποφασίζει την ταυτόχρονη συνεξέταση περισσοτέρων αιτήσεων επανελέγχου που έχουν ταυτόσημο αντικείμενο.
η. Ο Διευθυντής του ΦΕΔ έχει τη δυνατότητα –εφ’ όσον κρίνει σκόπιμο- να ζητήσει συμπληρωματικά στοιχεία και από τις δύο πλευρές αλλά και από τρίτους πριν από την εξέταση της υπόθεσης.
θ. Η υποβολή αίτησης επανελέγχου δεν έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα επί των Αποφάσεων της Πρωτοβάθμιας Επιτροπής.
α. Η Δευτεροβάθμια Επιτροπή συνεδριάζει κατά περίπτωση και εντός 10 (δέκα) εργάσιμων ημερών από την κοινοποίηση της αίτησης επανελέγχου από τον ΦΕΔ.
β. Συνεδριάσεις της Δευτεροβάθμιας Επιτροπής δεν πραγματοποιούνται κατά τα διαστήματα από 22 Δεκεμβρίου έως και 10 Ιανουαρίου, από κάθε Μεγάλη Τετάρτη έως και τη μετά το Πάσχα Τρίτη και από 1 έως και 31 Αυγούστου.
γ. Εάν ο επανελεγχόμενος με τη λήψη της αιτήσεως επανελέγχου δηλώσει ότι αναστέλλει την υπό κρίση επικοινωνία, η εξέτασή της από την Επιτροπή μπορεί να αναβληθεί και να ορισθεί εκ νέου σε συνεννόηση με τους εμπλεκόμενους. Η δήλωση αναστολής δεσμεύει τον επανελεγχόμενο να μην προβεί σε προβολή της υπό κρίση επικοινωνίας σε κανένα μέσο προτού αυτή εξετασθεί από τη Δευτεροβάθμια Επιτροπή και αποτελεί υποχρέωσή του να ενημερώσει σχετικώς τον Διευθυντή του ΦΕΔ, ώστε να προγραμματισθεί εγκαίρως η εξέταση της αίτησης από την Επιτροπή.
δ. Ο Διευθυντής του ΦΕΔ αποφασίζει αν θα προχωρήσει σε διακοπή της διαδικασίας σε περίπτωση:
i. γραπτής ανάκλησης της αίτησης επανελέγχου από τον αιτούντα τον επανέλεγχο, ή
ii. γραπτής δήλωσης εκ μέρους του επανελεγχόμενου, περί εκούσιας, άμεσης, οριστικής και χωρίς όρους διακοπής της υπό κρίση επικοινωνίας
Σε κάθε περίπτωση, το τέλος εξέτασης παραμένει για τους σκοπούς του ΦΕΔ.
ε. Επισημαίνεται ότι εάν τίθεται υπό αμφισβήτηση συγκεκριμένος ισχυρισμός της επικοινωνίας, η δήλωση αναστολής ή διακοπής θα πρέπει να αφορά ειδικά και συγκεκριμένα στον ισχυρισμό αυτό, σε όλα τα μέσα που αυτός εμφανίζεται.
α. Το πρόσωπο -νομικό ή φυσικό- το οποίο έχει υποβάλει την αίτηση επανελέγχου οφείλει με την υποβολή της αίτησης να ενημερώσει εάν θα παραστεί ή όχι στη συνεδρίαση της Δευτεροβάθμιας Επιτροπής.
β. Σε περίπτωση που η αίτηση επανελέγχου έχει υποβληθεί από πρόσωπο -νομικό ή φυσικό- το οποίο θα παραστεί σε συνεδρίαση της Δευτεροβάθμιας Επιτροπής:
γ. Σε περίπτωση που η αίτηση επανελέγχου έχει υποβληθεί από πρόσωπο -νομικό ή φυσικό- το οποίο δεν θα παραστεί σε συνεδρίαση της Δευτεροβάθμιας Επιτροπής:
δ. Σε περίπτωση αιτήματος για αναβολή της συνεδρίασης της Δευτεροβάθμιας Επιτροπής:
ε. Δικαίωμα παράστασης κατά τη διάρκεια συζήτησης των αιτήσεων επανελέγχου ενώπιον της Δευτεροβάθμιας Επιτροπής, έχει ο αιτών τον επανέλεγχο και ο «αντίδικος» του αιτούντος τον επανέλεγχο, εκπροσωπούμενοι από τέσσερα (4) το πολύ πρόσωπα στα οποία περιλαμβάνονται τυχόν σύμβουλοι.
Ο διορισμός των εκπροσώπων γίνεται με έγγραφη δήλωση προς τον ΦΕΔ. Ο Διευθυντής του ΦΕΔ κοινοποιεί τις δηλώσεις αυτές στους εμπλεκόμενους.
Στην περίπτωση, που αιτών τον επανέλεγχο είναι ο Διευθυντής του ΦΕΔ στο πλαίσιο αυτεπάγγελτου επανελέγχου, αυτός παρίσταται αυτοπροσώπως, χωρίς εκπροσώπους.
στ. Κατά τη διάρκεια της συζήτησης της αίτησης επανελέγχου, οι εκπρόσωποι των εμπλεκόμενων μερών –εάν παρίστανται- εκθέτουν τις απόψεις και τα επιχειρήματά τους και καταθέτουν τα σχετικά με την υπόθεση στοιχεία και απαντούν σε ερωτήσεις των μελών της Δευτεροβάθμιας Επιτροπής.
Όλα τα απαραίτητα για την τεκμηρίωση της θέσης στοιχεία παρουσιάζονται κατά την πρωτολογία κάθε μέρους, ενώ κατά τη δευτερολογία παρατίθενται στοιχεία μόνο προς απάντηση των επιχειρημάτων/ερωτήσεων που έχουν ήδη τεθεί.
Για την ανάπτυξη των ισχυρισμών του, το κάθε μέρος έχει στη διάθεσή του για την πρωτολογία είκοσι (20) λεπτά και για τη δευτερολογία δέκα (10) λεπτά. Μικρή υπέρβαση των παραπάνω χρονικών περιορισμών είναι στην κρίση της Επιτροπής.
Μετά τη λήξη της συζήτησης της κρινόμενης υπόθεσης, τα εμπλεκόμενα μέρη αποχωρούν πριν από τη λήψη απόφασης.
ζ. Τα μέλη της Δευτεροβάθμιας Επιτροπής καταθέτουν τις απόψεις τους και αποφασίζουν με φανερή ψηφοφορία κατά πλειοψηφία. Σε περίπτωση ισοψηφίας, υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου.
η. Η Δευτεροβάθμια Επιτροπή έχει τη δυνατότητα, εφ' όσον κατά την εξέταση της υπόθεσης προκύψει παράβαση και άλλων άρθρων –εκτός των αναφερόμενων στην απόφαση της Πρωτοβάθμιας και των επικαλουμένων από τον αιτούντα τον επανέλεγχο- και κυρίως βλαπτικών των συμφερόντων του καταναλωτή, να τα συμπεριλάβει στη θεμελίωση της απόφασής της.
θ. Οι αποφάσεις της Δευτεροβάθμιας Επιτροπής επί αιτήσεων επανελέγχου κατά αποφάσεων της Πρωτοβάθμιας Επιτροπής κοινοποιούνται στα εμπλεκόμενα μέρη εντός το πολύ τριών (3) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία συζήτησης. Παράλληλα καταχωρούνται στο ηλεκτρονικό αρχείο του ΦΕΔ, το οποίο είναι ελεύθερα προσβάσιμο μέσω του διαδικτύου σε κάθε ενδιαφερόμενο. Οι αποφάσεις πρέπει να είναι τεκμηριωμένες και να απαντούν σε όλα τα θέματα τα οποία θέτει η αίτηση επανελέγχου, με αναφορά και αιτιολογημένη σύνδεση αυτών με συγκεκριμένα άρθρα και διατάξεις του Κώδικα Δεοντολογίας.
ι. Σε περίπτωση που η Δευτεροβάθμια Επιτροπή στην απόφασή της ζητήσει την τροποποίηση της επικοινωνίας, θα μπορεί να ορίζει στην ίδια απόφαση ότι η νέα εκδοχή της επικοινωνίας με τις σχετικές τροποποιήσεις θα υποβληθεί πριν από τη δημοσίευση/μετάδοσή της στη Δευτεροβάθμια Επιτροπή, ώστε η τελευταία να κρίνει εάν το εμπλεκόμενο μέρος έχει συμμορφωθεί. Η απόφαση περί συμμόρφωσης ή μη θα λαμβάνεται δια περιφοράς και εντός συγκεκριμένου χρονικού πλαισίου που θα προκαθορίζει η Δευτεροβάθμια Επιτροπή στην αρχική περί τροποποίησης απόφασή της.
Σε περίπτωση που η επικοινωνία δεν έχει τροποποιηθεί με βάση την απόφαση της Δευτεροβάθμιας Επιτροπής, η τελευταία μπορεί να θέσει σε εφαρμογή τις διατάξεις του άρθρου 8 περί Κυρώσεων.
κ. Σε περίπτωση που σε αυτή τη χρονική στιγμή αμφισβητείται αν μια επικοινωνία αποτελεί τροποποίηση της υπάρχουσας ή νέα επικοινωνία, το θέμα αποφασίζει σχετικά η Δευτεροβάθμια Επιτροπή (κατά πλειοψηφία) που είχε κρίνει την προηγούμενη επικοινωνία.
α. Σε περίπτωση που η κρινόμενη επικοινωνία βασίζεται σε ειδικά τεχνολογικά - επιστημονικά κ.λ.π. χαρακτηριστικά του προϊόντος και επειδή η Επιτροπή δεν έχει σχετικά τεχνικά μέσα έρευνας και ελέγχου, το κάθε μέρος –όταν πρόκειται για ανταγωνιστικές εταιρείες- φέρει το βάρος της απόδειξης της αλήθειας των ισχυρισμών του, συγκεκριμένα:
i. Ο διαφημιζόμενος του οποίου η επικοινωνία τελεί υπό επανέλεγχο φέρει το βάρος της απόδειξης της αλήθειας και της ακρίβειας όλων των ισχυρισμών στην επικοινωνία του.
ii. Όταν η αίτηση επανελέγχου υποβάλλεται από ανταγωνιστική επιχείρηση, η αιτούσα τον επανέλεγχο επιχείρηση –εάν παρίσταται στη συνεδρίαση- οφείλει να εκθέσει στην πρωτολογία της τα στοιχεία που διαθέτει και τα οποία εκτιμά ότι εξηγούν γιατί ο υπό συζήτηση διαφημιστικός ισχυρισμός της ανταγωνίστριας επιχείρησης δεν ευσταθεί. Η διαδικαστική αυτή προσέγγιση δεν αναιρεί το γεγονός ότι είναι ο διαφημιζόμενος του οποίου η επικοινωνία τελεί υπό επανέλεγχο που φέρει το βάρος της απόδειξης της αλήθειας και της ακρίβειας όλων των ισχυρισμών στην επικοινωνία του.
β. Αν δεν είναι δυνατός ο σχηματισμός ασφαλούς γνώμης των μελών της Επιτροπής, από τα στοιχεία που προσκόμισαν τα εμπλεκόμενα μέρη, η Δευτεροβάθμια Επιτροπή μπορεί να ζητήσει πρόσθετα στοιχεία από τα εμπλεκόμενα μέρη ή/και από ειδικευμένο, τρίτο και ανεξάρτητο φορέα ή οργανισμό ή μεμονωμένους εμπειρογνώμονες. Η δαπάνη και η ευθύνη για την προσκόμιση των στοιχείων αυτών βαρύνει το/τα εμπλεκόμενα μέρη, σύμφωνα με σχετική απόφαση της Δευτεροβάθμιας Επιτροπής.
γ. Στην περίπτωση της παραγράφου (β) η Δευτεροβάθμια Επιτροπή -συνεκτιμώντας τις ειδικές περιστάσεις- αποφασίζει ταυτόχρονα και για τη διακοπή ή συνέχιση της υπό κρίση επικοινωνίας, έως την προσκόμιση των στοιχείων που ζητήθηκαν. Αν δεν προσκομισθούν τα ζητηθέντα στοιχεία, έως τη λήξη της προθεσμίας που δόθηκε, η Δευτεροβάθμια Επιτροπή αποφασίζει περί της κρινόμενης επικοινωνίας με βάση τα υπάρχοντα στοιχεία.
δ. Κατά κανόνα, στοιχεία τα οποία προσκομίζονται στη Δευτεροβάθμια Επιτροπή περιέρχονται στη γνώση των εμπλεκόμενων μερών και δεν υφίσταται θέμα απορρήτου επί αυτών. Κατόπιν αιτήματος του υποβάλλοντος να μην γνωστοποιηθούν τα στοιχεία στα λοιπά εμπλεκόμενα μέρη, η Δευτεροβάθμια Επιτροπή μπορεί κατ' εξαίρεση να αποφασίσει τη μη γνωστοποίησή τους στις εμπλεκόμενες πλευρές.
ε. Δημοσιότητα: Σε περίπτωση που ο αιτών τον επανέλεγχο ή ο «αντίδικος» του αιτούντος τον επανέλεγχο επιθυμούν να προβούν σε οποιαδήποτε δημοσιότητα σχετικά με απόφαση της Επιτροπής που τους αφορά, υποβάλλουν για έγκριση στον Φορέα τα σχετικά υλικά πριν προβούν σε οποιαδήποτε δημοσιότητα. Η έγκριση δίνεται από το Διευθυντή του ΦΕΔ, από κοινού με δύο μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου που δεν επηρεάζονται από τυχόν ασυμβίβαστο.
α. Οι αποφάσεις της Δευτεροβάθμιας Επιτροπής τίθενται σε ισχύ από την ημερομηνία κοινοποίησής τους. Η αμεσότητα της εφαρμογής της απόφασης για απόσυρση/διακοπή ή για τροποποίηση της διαφημιστικής επικοινωνίας προσδιορίζεται από τη Δευτεροβάθμια Επιτροπή κατά Μέσο δημοσίευσης της συγκεκριμένης επικοινωνίας και ανάλογα με τα αντικειμενικώς αποδεκτά συντομότερα δυνατά χρονικά περιθώρια, του αντίστοιχου Μέσου.
β. Η μέγιστη χρονική περίοδος χάριτος ανά μέσο ορίζεται ως εξής:
i. Για τηλεόραση, κινηματογράφο, online ή άλλου είδους ψηφιακή επικοινωνία, ραδιόφωνο, ημερήσια και εβδομαδιαία έντυπα, προβλέπονται πέντε (5) εργάσιμες ημέρες.
ii. Για μηνιαία έντυπα, είκοσι δύο (22) εργάσιμες ημέρες.
iii. Για υπαίθρια διαφήμιση, έως τη λήξη της ισχύουσας σύμβασης ενοικίασης του χώρου, που δεν μπορεί να υπερβαίνει τις δέκα (10) εργάσιμες ημέρες.
iv. Σε περιπτώσεις ενημερωτικών εντύπων, συσκευασιών, διαφημιστικού υλικού για εκδηλώσεις και οποιουδήποτε άλλου διαφημιστικού υλικού, έως την επόμενη παραγωγή τους και όχι πλέον των είκοσι πέντε (25) εργάσιμων ημερών
γ. Επισημαίνεται ότι οι αποφάσεις ισχύουν και πρέπει να εφαρμόζονται σε κάθε μέσο στο οποίο εμφανίζεται η υπό κρίση επικοινωνία/ισχυρισμός, ακόμα και εάν δεν αναφέρονται όλα τα μέσα στην αίτηση επανελέγχου.
δ. Σε όλες τις περιπτώσεις, η Δευτεροβάθμια Επιτροπή μπορεί να απαιτήσει την εντός μιας (1) ημέρας απόσυρση οποιασδήποτε και κάθε μορφής επικοινωνίας, αν κρίνει ότι η επικοινωνία είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη για την υγεία ή την ασφάλεια των καταναλωτών, ή παραβιάζει βάναυσα τον Κώδικα Δεοντολογίας ή προκαλεί έντονα το δημόσιο αίσθημα.
ε. Η εντός μιας (1) ημέρας απόσυρση οποιασδήποτε και κάθε μορφής επικοινωνίας μπορεί επίσης να απαιτηθεί από τον Διευθυντή του ΦΕΔ και τουλάχιστον δύο μέλη του Διοικητικού του Συμβουλίου που δεν επηρεάζονται από τυχόν ασυμβίβαστο, αν κρίνουν ότι η εν λόγω εμπορική επωνυμία παραβιάζει επανειλημμένα ή/και έντονα τον Κώδικα Δεοντολογίας.
α. Σε περίπτωση μη εφαρμογής της απόφασης της Δευτεροβάθμιας Επιτροπής ή σε περίπτωση που ακολουθείται παρελκυστική τακτική από τους εντελλόμενους σε διόρθωση ή παύση της εμπορικής επικοινωνίας, ο ΦΕΔ ενημερώνει τα ΜΜΕ ζητώντας την άμεση διακοπή της διαφήμισης και προχωρεί σε ειδική αναφορά στο site του ΦΕΔ.
β. Παράλληλα ο ΦΕΔ προχωρεί σε ενημέρωση ενδιαφερόμενων κρατικών φορέων όπως π.χ. την Υπηρεσία Προστασίας Καταναλωτή στο Υπουργείο Ενέργειας, Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού, το Υπουργείο Εσωτερικών, το Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών, την Αρχή Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, καθώς και όσων άλλων φορέων κριθεί σκόπιμο.
γ. Επιπρόσθετα ο ΦΕΔ μπορεί να ζητήσει τη δημοσίευση και προβολή της απόφασης και της μη συμμόρφωσης από τα ΜΜΕ ή/και να διασφαλίσει προβολή της από μηχανές αναζήτησης.
α. Για τον υπολογισμό των προθεσμιών λαμβάνονται υπόψη εργάσιμες ημέρες εκτός αν υπάρχει ρητή αναφορά σε ημερολογιακές ημέρες.
Ως ημέρα έναρξης για τον υπολογισμό των προθεσμιών θεωρείται η επόμενη από το εναρκτήριο γεγονός.
β. Τα εμπλεκόμενα μέρη δικαιούνται να προσκομίζουν αποφάσεις της Δευτεροβάθμιας Επιτροπής ενώπιον των Δικαστηρίων, ως «Γνωμοδότηση εμπειρογνωμόνων» και μόνον.
γ. Η απόφαση που εκδίδεται ερήμην του «αντίδικου» του αιτούντος τον επανέλεγχο μπορεί να προσβληθεί με αίτηση παραμερισμού στη Δευτεροβάθμια Επιτροπή που εξέδωσε την απόφαση.
Η αίτηση παραμερισμού πρέπει να ασκηθεί εντός προθεσμίας τριών (3) εργάσιμων ημερών, η οποία αρχίζει να προσμετράται από την επόμενη της κοινοποίησης της απόφασης της Δευτεροβάθμιας Επιτροπής. Μαζί με την αίτηση, η εταιρεία ενημερώνει αναφορικά με τον τρόπο που επιθυμεί να διεξαχθεί η διαδικασία εξέτασης της αίτησης επανελέγχου -κατ’ αναλογία με τα όσα προβλέπονται στο άρθρο 5 ανωτέρω-, σε περίπτωση επιτυχίας της αίτησης.
Η αίτηση παραμερισμού επιτυγχάνει εάν και εφόσον η εταιρεία αποδείξει, προσκομίζοντας τα αντίστοιχα αποδεικτικά μέσα μαζί με την υποβολή της αίτησης, ότι:
Η διαδικασία εξέτασης της αίτησης παραμερισμού ενώπιον της Δευτεροβάθμιας Επιτροπής περατώνεται εντός τριών (3) εργάσιμων ημερών από την καταχώρισή της και η εταιρεία ενημερώνεται γραπτώς για την έκβαση της αίτησης.
Εάν η προθεσμία για την υποβολή αίτησης παραμερισμού παρέλθει άπρακτη, τεκμαίρεται ότι η εταιρεία αποδέχτηκε την εξέταση της αίτησης επανελέγχου από τη Δευτεροβάθμια Επιτροπή.
Σε περίπτωση επιτυχίας της αίτησης παραμερισμού, η απόφαση που εκδόθηκε ερήμην παραμερίζεται και η διαδικασία διεξάγεται εκ νέου κατ’ αναλογία με τα όσα προβλέπονται στο άρθρο 5 ανωτέρω.
δ. Τα εμπλεκόμενα μέρη παραιτούνται, με την καθ’ οιονδήποτε τρόπο αποδοχή της συζήτησης της αίτησης επανελέγχου από τη Δευτεροβάθμια Επιτροπή, αυτομάτως, οριστικώς και αμετακλήτως από τυχόν προσφυγή τους, για οποιονδήποτε λόγο στη δικαιοσύνη εναντίον του ΦΕΔ ή/και του Διευθυντή του, της Διοίκησης του ΦΕΔ, των Μελών του ΦΕΔ, των Μελών των Επιτροπών Ελέγχου Επικοινωνίας, με αίτημα την αποκατάσταση ηθικής ή υλικής ζημίας, που υπέστησαν από τις αποφάσεις του ΦΕΔ, των ως άνω Επιτροπών ή του Διευθυντή του ΦΕΔ.