5. Διαδικασία & Λήψη Απόφασης
α. Η Διεύθυνση του ΦΕΔ, μετά από συνεννόηση με τα μέλη της Δευτεροβάθμιας Επιτροπής, καθορίζει την ημερομηνία συζήτησης της αίτησης επανελέγχου, η οποία κοινοποιείται στα εμπλεκόμενα μέρη εντός δύο (2) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης επανελέγχου.
β. Η Δευτεροβάθμια Επιτροπή αποφασίζει αν θα προχωρήσει σε διακοπή της διαδικασίας σε περίπτωση:
i. γραπτής ανάκλησης της αίτησης επανελέγχου από τον αιτούντα τον επανέλεγχο
ii. έγγραφης δήλωσης εκ μέρους του ελεγχόμενου, περί εκούσιας, άμεσης, οριστικής και χωρίς όρους διακοπής της υπό κρίση επικοινωνίας.
Σε κάθε περίπτωση, το τέλος εξέτασης παραμένει για τους σκοπούς του ΦΕΔ.
γ. Δικαίωμα παράστασης κατά τη διάρκεια συζήτησης των αιτήσεων επανελέγχου ενώπιον της Δευτεροβάθμιας Επιτροπής, έχει ο αιτών τον επανέλεγχο και ο ελεγχόμενος, εκπροσωπούμενοι από τέσσερα (4) το πολύ πρόσωπα στα οποία περιλαμβάνονται τυχόν σύμβουλοι.
Ο διορισμός των εκπροσώπων γίνεται με έγγραφη δήλωση προς τον ΦΕΔ. Η Διεύθυνση του ΦΕΔ κοινοποιεί τις δηλώσεις αυτές στους εμπλεκόμενους.
Στην περίπτωση, που αιτών τον επανέλεγχο είναι ο Διευθυντής του ΦΕΔ στο πλαίσιο αυτεπάγγελτου επανελέγχου, αυτός παρίσταται αυτοπροσώπως, χωρίς εκπροσώπους.
δ. Οποιοσδήποτε των εμπλεκομένων μερών έχει δικαίωμα να ζητήσει άπαξ αναβολή της συζήτησης, μόνο για σπουδαίο λόγο, στην έννοια του οποίου περιλαμβάνεται και η τυχόν αντικειμενική αδυναμία προετοιμασίας και υποβολής ουσιαστικών για την κρίση της Επιτροπής στοιχείων, εγγράφων, μαρτυριών κ.λπ.
Η αίτηση αναβολής υποβάλλεται εγγράφως εντός της επόμενης ημέρας από την κοινοποίηση της ημερομηνίας της συζήτησης.
ε. Η αίτηση αναβολής εξετάζεται από τον Πρόεδρο ή, σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος αυτού, από τον Αντιπρόεδρο της Δευτεροβάθμιας Επιτροπής.
Η περί αναβολής απόφαση λαμβάνεται αυθημερόν ή εντός της επόμενης ημέρας από την υποβολή της αίτησης αναβολής.
Αν γίνει δεκτή, η συζήτηση αναβάλλεται και ορίζεται νέα ημερομηνία κατά μέγιστο εντός τριών (3) εργάσιμων ημερών από την προηγούμενη ορισθείσα ημερομηνία συζήτησης, η οποία γνωστοποιείται εγγράφως στα μέρη μαζί με την απόφαση για την αναβολή.
Εξαιρετικώς και σε περίπτωση που η αίτηση επανελέγχου αναφέρεται σε κινδύνους για την ασφάλεια και την υγεία του καταναλωτή, κραυγαλέα προσβολή του δημοσίου αισθήματος ή διακύβευση του κύρους της διαφήμισης, η Δευτεροβάθμια Επιτροπή υποχρεούται να απορρίψει οποιαδήποτε αίτηση αναβολής.
στ. Κατά τη διάρκεια της συζήτησης της αίτησης επανελέγχου, οι εκπρόσωποι των εμπλεκόμενων μερών –εάν παρίστανται- εκθέτουν τις απόψεις και τα επιχειρήματά τους και καταθέτουν τα σχετικά με την υπόθεση στοιχεία και απαντούν σε ερωτήσεις των μελών της Δευτεροβάθμιας Επιτροπής. Για την ανάπτυξη των ισχυρισμών του, το κάθε μέρος έχει στη διάθεσή του για την πρωτολογία είκοσι (20) λεπτά και για τη δευτερολογία δέκα (10) λεπτά. Μικρή υπέρβαση των παραπάνω χρονικών περιορισμών είναι στην κρίση της Επιτροπής.
Όλα τα απαραίτητα για την τεκμηρίωση της θέσης στοιχεία παρουσιάζονται κατά την πρωτολογία κάθε μέρους, ενώ κατά τη δευτερολογία παρατίθενται στοιχεία μόνο προς απάντηση των επιχειρημάτων/ερωτήσεων που έχουν ήδη τεθεί.
ζ. Στην περίπτωση που τα εμπλεκόμενα μέρη δεν παρίστανται κατά τη συζήτηση, τότε οι απόψεις και τα επιχειρήματα τους καθώς και τα σχετικά με την υπόθεση στοιχεία, κατατίθενται σε γραπτό υπόμνημα το αργότερο ως την ημερομηνία συζήτησης της υπόθεσης. Η εμπρόθεσμη παραλαβή των εν λόγω στοιχείων αποδεικνύεται με σχετική βεβαίωση του ΦΕΔ.
Η Διεύθυνση του ΦΕΔ αποφασίζει για τη συμμετοχή στη διαδικασία κάποιου εμπλεκόμενου μέρους που αδυνατεί να παραστεί –ιδίως αν το μέρος αυτό είναι καταναλωτής- με χρήση άλλων μέσων όπως π.χ. τηλεφωνική επικοινωνία, τηλεδιάσκεψη κ.λπ. Σε τέτοια περίπτωση ισχύουν οι χρονικοί περιορισμοί που αναφέρονται στην παράγραφο στ.
η. Μετά τη λήξη της συζήτησης της κρινόμενης υπόθεσης, τα εμπλεκόμενα μέρη αποχωρούν πριν από τη λήψη απόφασης.
θ. Τα μέλη της Δευτεροβάθμιας Επιτροπής καταθέτουν τις απόψεις τους και αποφασίζουν με φανερή ψηφοφορία κατά πλειοψηφία. Σε περίπτωση ισοψηφίας, υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου.
ι. Οι αποφάσεις της Δευτεροβάθμιας Επιτροπής επί αιτήσεων επανελέγχου κατά αποφάσεων της Πρωτοβάθμιας Επιτροπής κοινοποιούνται στα εμπλεκόμενα μέρη εντός το πολύ τριών (3) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία συζήτησης. Παράλληλα καταχωρούνται στο ηλεκτρονικό αρχείο του ΦΕΔ, το οποίο είναι ελεύθερα προσβάσιμο μέσω του διαδικτύου σε κάθε ενδιαφερόμενο. Οι αποφάσεις πρέπει να είναι τεκμηριωμένες και να απαντούν σε όλα τα θέματα τα οποία θέτει η αίτηση επανελέγχου, με αναφορά και αιτιολογημένη σύνδεση αυτών με συγκεκριμένα άρθρα και διατάξεις του Κώδικα Δεοντολογίας.
κ. Η Δευτεροβάθμια Επιτροπή έχει τη δυνατότητα, εφ' όσον κατά την εξέταση της υπόθεσης προκύψει παράβαση και άλλων άρθρων –εκτός των αναφερόμενων στην απόφαση της Πρωτοβάθμιας και των επικαλουμένων από τον αιτούντα τον επανέλεγχο- και κυρίως βλαπτικών των συμφερόντων του καταναλωτή, να τα συμπεριλάβει στη θεμελίωση της απόφασής της.
λ. Σε περίπτωση που η Δευτεροβάθμια Επιτροπή στην απόφασή της ζητήσει την τροποποίηση της επικοινωνίας, θα μπορεί να ορίζει στην ίδια απόφαση ότι η νέα εκδοχή της επικοινωνίας με τις σχετικές τροποποιήσεις θα υποβληθεί πριν από τη δημοσίευση/μετάδοσή της στη Δευτεροβάθμια Επιτροπή, ώστε η τελευταία να κρίνει εάν το εμπλεκόμενο μέρος έχει συμμορφωθεί.
Η απόφαση περί συμμόρφωσης ή μη θα λαμβάνεται δια περιφοράς και εντός συγκεκριμένου χρονικού πλαισίου που θα προκαθορίζει η Δευτεροβάθμια Επιτροπή στην αρχική περί τροποποίησης απόφασή της.
Σε περίπτωση που η επικοινωνία δεν έχει τροποποιηθεί με βάση την απόφαση της Δευτεροβάθμιας Επιτροπής, η τελευταία μπορεί να θέσει σε εφαρμογή τις διατάξεις του άρθρου 8 περί Κυρώσεων.
μ. Σε περίπτωση που σε αυτή τη χρονική στιγμή αμφισβητείται αν μια επικοινωνία αποτελεί τροποποίηση της υπάρχουσας ή νέα επικοινωνία, το θέμα αποφασίζει σχετικά η Δευτεροβάθμια Επιτροπή (κατά πλειοψηφία) που είχε κρίνει την προηγούμενη επικοινωνία.